Η ομιλία μέ τήν μεγαλύτερη ακροαματικότιτα

ΠΟΙΕΣ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΟΙ ΔΥΟ ΠΑΣΧΑΛΙΕΣ ΚΑΙ Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΕΣΧΑΤΗ ΕΞΑΠΑΤΗΣΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ (ομιλίες) ΠΑΤΕΡΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΡΟΣ - ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ... ...{κάνοντας κλικ στο σύνδεσμο ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΒΡΕΙΤΕ ΚΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΤΕ ΤΙΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ... https://apokalipsistora.blogspot.com/2017/05/blog-post_18.html

< ΟΛΑ, ΤΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΤΑ ΤΑΣ ΓΡΑΦΑΣ >

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα προσευχές καί ακολουθίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα προσευχές καί ακολουθίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2020

Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΒΑΡΒΑΡΑ

4/12... Τό συναξάρι τῆς ἁγίας προκαλεῖ σέ κάθε καλοπροαίρετο χριστιανό κλίμα μεγάλης κατάνυξης ἀλλά καί κύματα χαρᾶς καί ἀγαλλίασης, γιατί φανερώνει τήν ψυχική δύναμη πού παίρνει ὁ ἄνθρωπος ὅταν πιστέψει στόν Χριστό καί θελήσει μέ ἐπίγνωση νά ἀκολουθήσει τά χνάρια Του.
1. Σύντομο συναξάρι τῆς ἁγίας.
«Η αγία Βαρβάρα ζούσε επί Μαξιμιανού, του βασιλιά του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους (285-305), κόρη κάποιου ειδωλολάτρη Διοσκόρου, ο οποίος την φύλασσε σε υψηλό πύργο, λόγω της ανθηρής σωματικής ωραιότητάς της. Το γεγονός ότι ήταν κόρη που σεβόταν τον Χριστό δεν άργησε να έλθει σε γνώση του πατέρα της. Έμαθε δηλαδή τα σχετικά με την πίστη της, όταν ανοικοδομούσε λουτρό. Κι ενώ αυτός είπε να φτιάξουν δύο παράθυρα σ’ αυτό, η Βαρβάρα έδωσε εντολή να φτιάξουν τρία. Κι όταν την ρώτησε το γιατί, είπε «για να είναι επ’ ονόματι του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Μόλις άκουσε την απάντησή της εκείνος, αμέσως όρμησε εναντίον της για να τη σκοτώσει με το ίδιο του το ξίφος. Ξέφυγε όμως η Βαρβάρα και εισήλθε μέσα σε πέτρα που άνοιξε στα δύο. Την καταδίωξε όμως ο πατέρας της και την βρήκε, οπότε την άρπαξε από τα μαλλιά και την παρέδωσε στον ηγεμόνα της χώρας. Μπροστά σ’ αυτόν η αγία ομολόγησε τον Χριστό και καθύβρισε τα είδωλα, με αποτέλεσμα να κτυπηθεί σκληρά, να ξυστούν οι σάρκες της, να κατακαούν οι πλευρές της και να κτυπηθεί το κεφάλι της με σιδερένιες σφαίρες. Έπειτα την περιέφεραν στην πόλη γυμνή, την ξανακτύπησαν, μέχρις ότου δέχτηκε το διά ξίφους τέλος από τον πατέρα της που την σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια. Αυτός λέγεται ότι μετά τη σφαγή της, κατεβαίνοντας από το βουνό, κτυπήθηκε από κεραυνό και ξεψύχησε».

2. Σχόλια σέ ἐπιμέρους στοιχεῖα τῆς ζωῆς της.
(α) Ἡ θρησκεία τῶν εἰδώλων τοῦ πατέρα της Διοσκόρου.
- Εἶναι καλό νά ὑπενθυμίσουμε ὅτι ὁ Χριστός ἦλθε στόν κόσμο γιά νά καταργήσει τίς θρησκεῖες, φανερώνοντας τήν ἀληθινή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό γιατί οἱ θρησκεῖες ἀποτελοῦν τό μεταπτωτικό γεγονός τῆς ἀναζήτησης τοῦ Θεοῦ - ὁ ἄνθρωπος ψάχνει τόν Θεό, τόν Ὁποῖο ὅμως δέν βρίσκει, λόγω τοῦ φράγματος τῆς ἁμαρτίας. Συνεπῶς οἱ θρησκεῖες ἐκφράζουν τήν ἀλλοιωμένη εἰκόνα περί Θεοῦ ἤ περί Θεῶν τοῦ πεσμένου στήν ἁμαρτία κόσμου, συνιστοῦν εἴδωλα-κατασκευάσματα τοῦ μυαλοῦ τῶν ἀνθρώπων. Κατά τήν Ἁγία Γραφή συνιστοῦν τό «τίποτε ἤ τά κρυμμένα δαιμόνια». Καί κάνει ἐντύπωση ὅτι αὐτή εἶναι ἀκριβῶς καί ἡ θεώρηση τῆς ἁγίας Βαρβάρας, ὅταν ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἐπάρχου Μαρκιανοῦ γιά νά ἀπολογηθεῖ, ὅπως τά καταθέτει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Μεταφραστής: «Ἐγώ προσφέρω θυσία αἰνέσεως στόν Θεό μου, ὁ Ὁποῖος δημιούργησε τόν οὐρανό καί τή γῆ καί ὅλα ὅσα εἶναι σ’ αὐτά. Περί τῶν ψεύτικων δέ καί ἀνύπαρκτων θεῶν σου ἔχει λεχθεῖ ἀπό τόν Δαβίδ, ὕστερα ἀπό φωτισμό πού ἔλαβε ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, ὅτι τά εἴδωλα πού λατρεύουν οἱ ἐθνικοί εἶναι ἀπό ἀργυρό (ἀσήμι) καί χρυσάφι, καί κατασκευασμένα ἀπό χέρια ἀνθρώπων»(12) καί ὅτι ὅλοι οἱ θεοί τῶν εἰδωλολατρικῶν λαῶν εἶναι δαιμόνια, ἀνύπαρκτοι, πλάσματα τῆς φαντασίας καί ἐπινοήματα τοῦ διαβόλου»(13). Συμφωνῶ δέ καί ἐγώ μέ τήν ἄποψη καί ὁμολογῶ ρητά καί κατηγορηματικά ὅτι ἡ ἐλπίδα ἡ στηριζόμενη στούς ψεύτικους καί ἀνύπαρκτους αὐτούς θεούς εἶναι κενή καί μάταιη». Γι’ αὐτό καί κύριο γνώρισμα οἱ θρησκεῖες ἔχουν τόν φόβο - ὁ Θεός ὡς Πατέρας ὄχι μόνον δέν ὑφίσταται, ἀλλά τοῦτο θεωρεῖται καί βλασφημία!
- Ὅταν ἀλλοιώνεται ὅμως ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀλλοιώνεται καί ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος καί ὅλες οἱ σχέσεις του. Ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ζήσει ἐν ἀγάπῃ, πετρώνει ἡ καρδιά του, ἐνῶ τό πονηρό περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς του αὐτῆς ἐκφράζεται ὡς ἐναντίωση καί ἔχθρα ἀπέναντι στόν συνάνθρωπο καί σέ κάθε τι πού ἀνήκει στόν Θεό. Καί νά, ἡ στάση τοῦ εἰδωλάτρη Διοσκόρου ἀπέναντι στήν ἴδια τήν κόρη του: ὄχι μόνον δέν σέβεται τίς ἀπόψεις της, τήν ἐλευθερία της, ὄχι μόνο δέν ὑπάρχει τό φυσικό φίλτρο τοῦ γονιοῦ, ἀλλά καταλαμβάνεται ἀπό μίσος τέτοιο, πού τελικά εἶναι ἐκεῖνος πού τήν καταδιώκει, τήν καταγγέλλει, τέλος τήν ἀποκεφαλίζει. (Καί πρέπει νά προσέξουμε ἰδιαιτέρως κι ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, γιατί μερικές φορές κάνουμε τήν πίστη μας ἰδεολογία, πού θά πεῖ ὅτι χάνουμε τό οὐσιαστικότερο στοιχεῖο της, τήν ἀγάπη, ὁπότε ὁ φανατισμός γίνεται τό δαιμονικό πιά κυριαρχικό στοιχεῖο τῆς πίστης μας. Ὁ Χριστός καθόρισε ὡς τό μόνο γνώρισμα τῆς μαθητείας μας πρός Αὐτόν τήν ἀγάπη. «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοί μαθηταί ἐστε, ἐάν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις». Βγάλε τήν ἀγάπη δηλαδή ἀπό τή χριστιανική πίστη, σταματᾶ αὐτομάτως νά εἶναι καί χριστιανική. Καί δυστυχῶς σ’ ἕνα μεγάλο ποσοστό τοῦτο ἔχει γίνει καθεστώς. Φανατιζόμαστε ὡς χριστιανοί, πιστεύοντας ὅτι ἔτσι ἀπονέμουμε λατρεία στόν Θεό. Πῶς; Ἕτοιμοι νά κατασπαράξουμε τόν συνάνθρωπό μας, ἔστω καί τόν διαφορετικό ἀπό ἐμᾶς στήν πίστη καί τή ζωή του). Γι’ αὐτό καί πρέπει νά προσέχουμε πάντοτε τήν ὀρθότητα τῆς πίστης μας νά τήν ἔχουμε πάντοτε συνδυασμένη μέ τήν ὀρθότητα τῆς πράξης μας. Ὀρθοδοξία καί ὀρθοπραξία πού τονίζουν πάντοτε οἱ ἅγιοι Πατέρες μας. Ἡ ὀρθή πίστη πού μετουσιώνεται σέ ἔμπρακτη ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο καί πρός ὅλα τά πλάσματα τοῦ Θεοῦ.
(β) Ἡ πίστη τῆς ἁγίας Βαρβάρας ὡς ἀγάπη πρός τόν Χριστό ὑπέρ πᾶν ἄλλο.
Με την αγία Βαρβάρα - μάλλον και με αυτήν - πραγματοποιείται ο λόγος του Κυρίου: «ὁ φιλῶν πατέρα ἤ μητέρα… ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος». Ο Κύριος δηλαδή ζητά την αγάπη του ανθρώπου υπεράνω όλων των επιγείων αγαπών, έστω κι αν πρόκειται για τους γονείς, για τα τέκνα, για τον ή την σύζυγο, για τον ίδιο τον εαυτό μας. Όχι διότι απορρίπτει την αγάπη προς αυτούς – τούτο θα ήταν οξύμωρο, αφού ο Ίδιος έχει νομοθετήσει την αγάπη προς όλους, και μάλιστα προς τους γονείς – αλλά διότι η αγάπη προς Εκείνον, η αγάπη δηλαδή προς τον Θεό, αν δεν είναι υπεράνω όλων, σημαίνει ότι η όποια άλλη αγάπη θα λειτουργεί μέσα σε πλαίσια που έχουν το στοιχείο του εγωισμού, το στοιχείο τελικώς της νοσηρότητας. Έτσι η απόλυτη αγάπη προς τον Θεό στην πραγματικότητα καθαρίζει όλες τις άλλες αγάπες και τις κάνει να φανερωθούν στην πιο καθαρή μορφή τους. Από την άποψη αυτή η άρνηση της Βαρβάρας να υπακούσει στον πατέρα της, ναι μεν φανέρωνε την θερμή σαν φλόγα προς τον Χριστό αγάπη της, από την άλλη όμως αποτελούσε έκφραση αγάπης και προς τον φυσικό γεννήτορά της, γιατί του έδινε πρόκληση μετανοίας και αλλαγής: να φύγει από την αθεΐα του, άσχετα προς το γεγονός ότι εκείνος τελικώς απέρριψε την πρόκληση αυτή. «Τετρωμένη τοῦ πόθου σου, ὡς νυμφίου, Δέσποτα, τῷ γλυκυτάτῳ βέλει, ἡ ἀθληφόρος Βαρβάρα, ἅπασαν πατρικήν ἀθεΐαν ἐβδελύξατο». (Πληγωμένη από το γλυκύτατο βέλος του πόθου σου ως νυμφίου, Δέσποτα, η αθληφόρος Βαρβάρα, βδελύχθηκε όλην την αθεΐα του πατέρα της).
Η αντιθετική σχέση της αγίας Βαρβάρας με τον πατέρα της δίνει την ευκαιρία στον εκκλησιαστικό ποιητή αφενός να θυμηθεί ότι εκπληρώνεται έτσι η προφητεία του Κυρίου ότι «ἐχθροί τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκειακοί αὐτοῦ» και ότι «λόγω Εκείνου θα στραφεί ο πατέρας εναντίον του παιδιού και το παιδί εναντίον του πατέρα» - «Δέδεικται σαφώς, Χριστέ, ἡ πρόρρησίς σου, πεπληρωμένη∙ πατήρ τέκνον γάρ εἰς φόνον προδίδωσιν» (Φάνηκε με σαφήνεια, Χριστέ, εκπληρωμένη η προφητεία σου: ο πατέρας δηλαδή προδίδει σε φόνο το τέκνο του) - αφετέρου ότι ισχύει πάντοτε η παροιμία που λέει: «από ρόδο βγαίνει αγκάθι και από αγκάθι βγαίνει ρόδο», δηλαδή ότι υπάρχουν συχνά περιπτώσεις που το οικογενειακό περιβάλλον δεν καθορίζει τη διαμόρφωση των παιδιών και την πορεία της ζωής του. «Ἀκανθώδους ρίζης ἐκφυέν, ρόδον ἱερώτατον, τήν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ εὐωδίασεν» (Η Βαρβάρα ευωδίασε την Εκκλησία του Χριστού, σαν ιερότατο ρόδο που βγήκε από αγκάθινη ρίζα).
(γ) Ἡ ἀγάπη πρός τόν Χριστό δίνει παντοδυναμία στόν ἄνθρωπο.
Ο υμνογράφος της αγίας μένει έκθαμβος μπροστά στην ψυχική δύναμη που της έδινε η αγάπη της προς τον Χριστό. Καί δέν παραξενευόμαστε καθόλου. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἔχει τονίσει ὅτι ὅποιος τόν πιστέψει ἀληθινά καί ἐφαρμόζει τό ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐκεῖνος θά δεῖ νά λειτουργεῖ ὡς παντοδύναμος Θεός σ’ αὐτόν τόν κόσμο. «Ἐάν μείνητε ἐν ἐμοί καί τά ρήματά μου ἐν ὑμῖν μείνει, ὅ ἐάν θέλητε αἰτήσασθε, καί γενήσεσθε ὑμῖν». Κι ἀκόμη· ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν εἶναι ἐκεῖνος πού ἀπό τήν ἐμπειρία του μαρτυρεῖ ὅτι «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»; Γίνεται πανίσχυρος ὁ ἄνθρωπος πού θά πιστέψει καί θά μένει ἑνωμένος μέ τόν Χριστό. Ὁ ὑμνογράφος μάλιστα τῆς ἁγίας θά τονίσει ότι όπου υπάρχει ο πόθος για Εκείνον τίποτε δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο, ακόμη και η θεωρούμενη αδυναμία της γυναικείας φύσεως, η νεότητα με τα θέλγητρα που της παρουσιάζονται, η ομορφιά του σώματος, ο πλούτος, οι ηδονές. «Οὐ τρυφῆς ἡ τερπνότης, οὐκ ἄνθος κάλλους πλοῦτός τε, οὐχ ἡδοναί νεότητος, ἔθελξάν σε, Βαρβάρα ἔνδοξε, τῷ Χριστῷ νυμφευθεῖσα καλλιπάρθενε» (Ούτε η ευχαρίστηση της τρυφής ούτε το άνθος του κάλλους και ο πλούτος, ούτε οι ηδονές της νεότητας σε γοήτευσαν, ένδοξη Βαρβάρα, γιατί νυμφεύθηκες τον Χριστό, καλλιπάρθενε). «Πρός τελείους ἀγῶνας, οὐδέν ἐδείχθη κώλυμα, τό ἀσθενές τοῦ θήλεος οὐ τό νέον τῆς ἡλικίας» (Για τους αγώνες της τελειότητας, κανένα εμπόδιο δεν φάνηκε η ασθένεια της γυναικείας φύσεως και η νεότητα της ηλικίας). Η αγία Βαρβάρα ἔτσι αποτελεί την απάντηση σε όλους εκείνους που είναι έτοιμοι να δικαιολογήσουν κάθε παρεκτροπή της νεότητας, επικαλούμενοι ακριβώς αυτήν ως επιχείρημά τους. Τα πάντα ήταν μπροστά στα πόδια της αγίας: και οι ηδονές και τα πλούτη και η δόξα. Μπροστά όμως στον Χριστό, όλα θεωρήθηκαν από αυτήν ως «σκύβαλα», όπως λέει αντιστοίχως και ο απόστολος Παύλος: «Ἡγοῦμαι πάντα σκύβαλα εἶναι, ἵνα Χριστόν κερδήσω». Όλα τα θεωρώ σαν σκουπίδια, προκειμένου να κερδίσω τον Χριστό.
Αλλά ἡ δύναμη αὐτή τῆς ἀγάπης πρός τόν Χριστό δέν φαίνεται μόνο στή νεότητα· φαίνεται καί στή γεροντική ἡλικία. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἔχουμε πάμπολλες περιπτώσεις γερόντων πιά χριστιανῶν, σάν τόν ἅγιο Πολύκαρπο ἐπίσκοπο Σμύρνης γιά παράδειγμα, σάν τόν ἅγιο Χαράλαμπο, πού ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη τους τούς ἔκανε νά ξεπερνοῦν κάθε φυσική ἀδυναμία. «Ὁ πόθος ἐνίκα τήν φύσιν», πού σημειώνουν σέ πολλά τροπάρια οἱ ἐκκλησιαστικοί μας ποιητές. Καί μοῦ ἔκανε ἐντύπωση τό ἑξῆς πού ἄκουσα πρό καιροῦ στό μοναστήρι τοῦ Τιμίου Προδρόμου στό Ἔσσεξ Ἀγγλίας πού βρέθηκα. Ὁ Γέροντας π. Ζαχαρίας Ζαχάρου, ὁ διάδοχος τοῦ ἁγίου Γέροντα Σωφρονίου, μᾶς ἔλεγε ὅτι ἀποτελοῦσε μεγάλη ἔκπληξη γιά ὅλους τούς καλογέρους ἐκεῖ, ἀλλά καί γιά τούς προσκυνητές, ὅτι ὁ Γέρων Σωφρόνιος, παρόλη τήν πολύ μεγάλη ἡλικία του, πάνω καί ἀπό τά 93 του πιά, μποροῦσε, ὑποβασταζόμενος βέβαια, νά μιλάει, νά ἀναπτύσσει διάφορα θέματα, (πράγματα πού ἀποτυπώθηκαν καί σέ τρεῖς τόμους πού κυκλοφορήθηκαν ἀπό τό μοναστήρι), νά ζεῖ, ἐνῶ κάτω ἀπό φυσιολογικές συνθῆκες, λόγω τῶν πολλῶν ἀσθενειῶν καί ἀδυναμιῶν του θά ἔπρεπε νά εἶχε φύγει ἀπό τή ζωή πρό χρόνων ἀρκετῶν. Καί ἐπί λέξει ἐξηγοῦσε: «Νομίζω ὅτι ἦταν τέτοια ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη τοῦ Γέροντα πρός τόν Χριστό, ἦταν τέτοιο τό πνευματικό σθένος πού εἶχε, πού τοῦ ἔδινε τή δύναμη νά κρατάει ζωντανή μία σάρκα πού ἦταν παντελῶς ἐξασθενημένη».
(δ) Ἡ γύμνωση τῆς ἁγίας – τό τελευταῖο μαρτύριο.
Ο άγιος Στέφανος ο Σαββαΐτης, ο υμνογράφος της αγίας, δεν μπορεί να αφήσει ασχολίαστο το γεγονός της γυμνής περιφοράς της στην πόλη, που συνιστούσε ένα από τα σκληρότερα μαρτύρια της σεμνής Βαρβάρας. Ως άνθρωπος όμως πίστεως το βλέπει με πνευματικούς οφθαλμούς, βλέπει δηλαδή εκείνα που βρίσκονται και πίσω από το γεγονός. «Ἄγγελος φαιδρός, στολήν φωτοειδῆ σε, διά Χριστόν γεγυμνωμένην, σεμνή Βαρβάρα, ἠμφίασε, και ὡς νύμφην περιήγαγε∙ τά πάθη τῆ ἐσθῆτι γάρ, Μάρτυς, συνεξεδύσω, θείαν ἐκστᾶσα ἀλλοίωσιν» (Λαμπρός άγγελος, σεμνή Βαρβάρα, σε έντυσε με φωτεινή στολή και σε περιέφερε σαν νύμφη, εσένα που έγινες γυμνή για χάρη του Χριστού. Διότι μαζί με το φόρεμά σου απεκδύθηκες και τα πάθη σου, σεμνή Βαρβάρα, φτάνοντας σε έκσταση θείας αλλοίωσης). Έτσι κατά τον ύμνο της Εκκλησίας μας η αγία Βαρβάρα ποτέ δεν υπήρξε γυμνή. Την ώρα που οι διώκτες της σωματικά την γύμνωναν, άγγελος την έντυνε σαν νύμφη, κρατώντας «τυφλά» τα μάτια τῶν θεατῶν, και την οδηγούσε στον ουρανό, ενώ η γύμνωσή της αυτή συνιστούσε και την μεγαλύτερη αγιότητά της, αφού έτσι ξέφευγε από οποιοδήποτε αμαρτωλό πάθος της.
Η σύγκριση είναι προφανής: η ακούσια γύμνωση της αγίας οδηγούσε στην θεϊκή ένδυσή της, την πλήρωσή της από τη χάρη του Θεού. Η εκούσια γύμνωση πολλών γυναικών στην εποχή μας οδηγεί προφανώς στο αντίθετο αποτέλεσμα: στη δαιμονική ένδυσή τους, την αιχμαλωσία τους στα δίχτυα του πονηρού, που σημαίνει βεβαίως την απέκδυσή τους από οποιαδήποτε χάρη του Θεού.
Καί θά πρέπει ἴσως, ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τῆς παρατήρησης αὐτῆς τοῦ ὑμνογράφου, νά θυμόμαστε ὅτι ἡ πραγματικότητα δέν εἶναι μόνον αὐτή πού ἐπισημαίνουν οἱ σωματικές μας αἰσθήσεις - ὅ,τι βλέπουν τά σωματικά μας μάτια, ὅ,τι ἀκοῦνε τά σωματικά μας αὐτιά, ὅ,τι γευόμαστε καί οσφραινόμαστε. Ὑπάρχουν καί οἱ πνευματικές αἰσθήσεις, οἱ ὁποῖες εἶναι ἐκεῖνες πού μᾶς ἀποκαλύπτουν τό βάθος τῆς πραγματικότητας, τῆς καθαυτήν πραγματικότητας, ὅπως τό λέει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «οὐ σκοποῦμεν τά βλεπόμενα, ἀλλά τά μή βλεπόμενα· τά γάρ βλεπόμενα πρόσκαιρα, τά δέ μή βλεπόμενα αἰώνια». Πῶς μποροῦμε νά ξεχνᾶμε ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος γιά παράδειγμα μᾶς λέει ὅτι «μακάριοι οἱ καθαροί τῆ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται»; Πῶς μπορεῖ νά μᾶς διαφεύγει αὐτό πού πάντοτε λέει καί ψέλνει ἡ Ἐκκλησία μας «γεύσασθε καί ἴδετε ὅτι Χριστός ὁ Κύριος»; Ἀπλῶς χρειάζεται νά στρέφουμε λίγο τή θέλησή μας πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ νά ἀγκυροβολοῦμε τήν καρδιά μας, ὥστε νά ἔχουμε αὐτήν τήν πνευματική ἐμπειρία: τήν ἄνθηση μέσα μας τῆς νοερῆς αἴσθησης πού θά μᾶς κάνει νά πατᾶμε καί μέ τά δύο πόδια, τό σωματικό καί τό πνευματικό, στή γῆ.
Καί πέραν τούτου: ἡ παρατήρηση τοῦ ἁγίου ὑμνογράφου περί τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ ὡς ἐνδύματος τῆς ἁγίας Βαρβάρας κατά τό μαρτύριο τῆς γύμνωσής της, μᾶς δίνει τήν ἀφορμή νά θυμηθοῦμε ὅτι τελικῶς ὄχι μόνον ἡ ἁγία Βαρβάρα κι οὔτε μόνον στό μαρτύριό της, ἀλλά σέ ὅλη της τή ζωή, ὅπως καί στή δική μας ζωή, ὑπάρχει τό ἔνδυμα, τό ἀληθινό καί πραγματικό, μέ τό ὁποῖο ὅλοι οἱ βαπτισμένοι εἴμαστε ἐνδεδυμένοι. Καί μιλᾶμε γιά τόν ἴδιο τόν Κύριό μας, ὁ Ὁποῖος Αὐτός ἀπό τήν ὥρα πού βαπτιστήκαμε μᾶς ἐνέδυσε μέ τόν Ἑαυτό Του καί περιμένει τή λαμπρότητα αὐτή τοῦ ἐνδύματός μας νά τήν κρατᾶμε καθαρή καί ἀνέγγιχτη. Διότι «ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε». Κι ἄν τελικῶς ἔχει κάποια σημασία ἡ ἀναφορά στόν βίο τῆς ἁγίας Βαρβάρας, ἄν ἔχει κάποια σημασία ἡ ἀναφορά στούς ἁγίους μας εἶναι γιά νά περπατᾶμε μ’ ἕναν τέτοιο τρόπο στόν κόσμο πού ἐπέτρεψε ὁ Χριστός μας νά βρεθοῦμε, ὥστε νά εἴμαστε μία ἄλλη μορφή καί παρουσία Ἐκείνου. Μέ ἄλλα λόγια ἡ ζωή τῶν ἁγίων μας, ζωή τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, νά εἶναι καί ζωή δική μας.
(ε) Ἡ τιμωρία τοῦ πατέρα τῆς ἁγίας, Διοσκόρου.
Ἴσως δέν θά πρέπει νά ἀφήσουμε ἀσχολίαστο τό γεγονός τῆς ἄμεσης καί παραδειγματικῆς τιμωρίας τοῦ σκληρόκαρδου πατέρα τῆς ἁγίας. Εὐθύς ὡς ἀποτελειώνει τή θυγατέρα του, τελειώνει καί ὁ ἴδιος, μέ κεραυνό πού ἐπιτρέπει ὁ Κύριος νά ἐπιπέσει πάνω του. Πρόκειται γιά ἐπέμβαση τῆς Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία παρακολουθεῖ τά πάντα καί ἐπεμβαίνει διακριτικά, χωρίς κατάργηση τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας, στά πάντα. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ξεκάθαρα τό τόνισε: «Εἰ τόν χόρτον τοῦ ἀγροῦ σήμερον ὄντα καί αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον ὁ Θεός οὕτως ἀμφιέννυσι, πόσῳ μᾶλλον ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι;» Κι ἀλλοῦ: «καί αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς ὑμῶν πᾶσαι, ἠριθμημέναι εἰσί». Ὁ ἀπόστολος Παῦλος θά τό πεῖ μέ τόν δικό του τρόπο: «Τά πάντα ἐξ αὐτοῦ καί δι’ αὐτοῦ καί εἰς αὐτόν ἔκτισται»· «τά πάντα ἐν αὐτῷ συνέστηκε». Ὅλα πηγάζουν ἀπό τόν Θεό, στέκονται ἀπό Ἐκεῖνον, ἀναφέρονται ὡς τελική ἀναφορά σ’ Ἐκεῖνον. Λοιπόν, ὁ Θεός ἐπέτρεψε μέσα στήν ἄπειρη σοφία Του καί τίς ἀπροσδιόριστες βουλές Του ὁ πατέρας τῆς ἁγίας νά ὑποστεῖ ἀμέσως τά ἐπίχειρα τῶν δαιμονικῶν ἐνεργειῶν του. Δέν συμβαίνει ἀσφαλῶς τό ἴδιο σέ ὅλους. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού κινοῦνται παρομοίως ὡς ὄργανα τοῦ Πονηροῦ, καί ὅμως ὁ Θεός τούς ἀφήνει. Γιατί; Διότι προφανῶς βλέπει ὡς παντογνώστης ὅτι ἔχουν περιθώρια μετανοίας. Καί σ’ αὐτό στοχεύει. Γιατί εἶναι ὁ Πατέρας πού ἀγαπᾶ τούς πάντες καί θέλει ὅλοι νά βρεθοῦν σωσμένοι μέσα στήν ἀγκαλιά Του. «Ὁ Θεός πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν». Ὁπότε μέ τόν Διόσκορο φαίνεται ὅτι δέν ὑπῆρχε σ’ αὐτόν περιθώριο μετανοίας. Ἡ περαιτέρω ζωή του θά ἦταν μία αὔξηση τῶν κακιῶν του, μία ἐπιβεβαίωση τῆς ὑποταγῆς του στούς δαίμονες, γι’ αὐτό καί ἐπιτρέπει ὁ Θεός μέ τόν σκληρό τρόπο τοῦ κεραυνοπληκτισμοῦ νά μπεῖ ἕνα τέρμα στήν κακή πορεία του. Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή ἡ ἐνέργεια αὐτή τοῦ Θεοῦ, ἡ παραχώρηση αὐτή θανάτου τοῦ Διόσκορου, συνιστᾶ καί πάλι μία ἔκφραση τῆς ἀγάπης Του: Νά μή συνεχίζει αὐτός νά ἁμαρτάνει. Δέν μᾶς θυμίζει ἡ ἐπισήμανση αὐτή τή θέση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ὅτι ὁ Θεός ἐπέτρεψε τόν θάνατο στούς πρωτοπλάστους – διότι δέν δημιουργήθηκαν γιά νά πεθάνουν – προκειμένου νά μή γίνει ἀθάνατο τό κακό; «Ἵνα μή τό κακόν ἀθάνατον γένηται». Ὁπότε, ἀπό τήν ἄποψη αὐτή, σέ ὅλα: καί στό μαρτύριο τῆς ἁγίας, ἀλλά καί στό ἄσχημο τέλος τοῦ πατέρα της, ἐπισημαίνουμε καί διαγιγνώσκουμε τήν ἀνεξιχνίαστη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Κι ἴσως τό τέλος τοῦ Διοσκόρου νά ἦταν μία ἀπάντηση τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου στήν ἀγαπημένη του ἁγία Βαρβάρα: νά μή συνεχιστεῖ ἡ κακότητα τοῦ πατέρα της, τόν ὁποῖο ἐκείνη συνέχιζε νά ἀγαπᾶ. Καί γι’ αὐτό εἴμαστε βέβαιοι ὄχι μόνο γιά τή μεγαλωσύνη τῆς ἀγίας, ἀλλά γιά τό ὑπερμέγιστο τῆς ἁγιότητάς της: μαρτυρεῖ ἀπό ἀγάπη γιά τόν Κύριο, προσεύχεται γιά τούς διῶκτες της, περισσότερο πονάει ὅμως καί προσεύχεται γιά τόν πατέρα της. Ὅταν ὁ ἴδιος ὁ πατέρας σου σέ πεθαίνει, τότε τό μαρτύριο διπλασιάζεται. Ὑποκλινόμαστε στή νεαρή κόρη Βαρβάρα. Τό μεγαλεῖο της πράγματι μᾶς ξεπερνᾶ. Τό μόνο πού μποροῦμε νά κάνουμε εἶναι νά τήν δοξολογοῦμε καί νά τήν παρακαλοῦμε νά εὔχεται καί γιά ἐμᾶς τούς ταπεινούς καί ἀναξίους.


Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2016

ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΖΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΓΓΕΛΟΥΣ...

ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΠΟΣΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΤΡΙΑΔΙΚΕΣ ΙΕΡΑΡΧΙΕΣ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ..! ΤΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΕΙ Ο ΚΑΘΕ ΑΓΓΕΛΟΣ! 

Αγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης!

*Ο Αγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης κατανέμει τις ουράνιες δυνάμεις σε μια ιεραρχία.* *Κατά την άποψη μας, λέει, η ιεραρχία είναι ιερή τάξη, γνώση και ενέργεια που είναι κατά το δυνατόν αφομοιωμένη προς τη θεία ομοιότητα και οδηγείται προς τη θεία μίμηση ανάλογα με τη δεδομένη από τον θεό έλλαμψη…* *Σκοπός της Ιεραρχίας είναι η κατά το δυνατόν αφομοίωση με τον θεό. Κάθε πρόσωπο που ανήκει σε μια ιεραρχία γίνεται τελειότερο σύμφωνα με τη δύναμη μίμησης που έχει. Γίνεται δηλαδή «συνεργός θεού».* *Ο Διονύσιος ταξινομεί τους Ουράνιους Νόες σε τρεις τριάδες και σε κάθε τριάδα υπάρχουν τρεις ... περισσότερα »

Οἱ Ἄγγελοι κατὰ τὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη

«Ἐμπειρικὴ Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ι. Ρωμανίδη» Τόμος Β΄ Οἱ θεοπτες, μετέχοντας τῆς φωτιστικῆς καὶ θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, βλέπουν τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς κεκοιμημένους Ἁγίους μέσα στὴν δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ διακρίνουν μιὰ ἄλλη διάσταση χρόνου. Αὐτό, τὸ ὑψηλότερο ἐπίπεδό τοῦ χρόνου, τὸ ἀποκάλεσαν «αἰώνα» καὶ τὸ διέκριναν ἀπὸ τὸν αἰσθητὸ χρόνο τῆς δημιουργίας ποὺ ζοῦσαν, πρὶν ἀπὸ τὴν θεοπτικὴ ἐμπειρία, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ ἀπρόσιτο Φῶς, στὸ ὁποῖο κατοικεῖ ὁ Θεὸς καὶ τὸ ὁποῖο ἀποκάλεσαν «ἀΐδιον». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγει ὅτ... περισσότερα »

Ποιοι είναι οι Παμμέγιστοι Αρχάγγελοι Μιχαήλ &amp; Γαβριήλ;

Η Αγία Γραφή, αναφέρει σε πολλά σημεία την επικοινωνία των ανθρώπων με τους αγγέλους και ιδιαίτερα με τους επικεφαλείς των αγγελικών ταγμάτων Μιχαήλ και Γαβριήλ. Οι άγγελοι δεν γνωρίζουν πόνο και δυστυχία, αμφιβολίες και φόβους, αρσενικό και θυλυκό, αλλά τους χαρακτηρίζει η ομορφιά, η αγάπη και η αέναη ζωή. Είναι άγγελοι, δηλαδή κτιστοί, αόρατοι και τέλεια πνεύματα... περισσότερα »

εἰς τὸν Ἅγιον Ἀρχάγγελον Μιχαήλ

*Προσευχή εἰς τὸν Ἅγιον Ἀρχάγγελον Μιχαήλ* Ἡ προσευχή αὐτή, εἶναι ἀρχαία. Εἶναι ἀχειροποίητος! Ἐμφανίστηκε στόν προθάλαμο τῆς Μονῆς στό Κρέμλ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Μιχαῆλε Ἀρχιστράτιγε (Ἀρχιστράτηγου Μιχαήλ). Σύμφωνα μέ τήν ρωσσική παράδοση, ὁ ἄνθρωπος πού θά διαβάσει αὐτήν τήν προσευχή, ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη, δέν θά τόν ἀγγίζει οὔτε διάβολος, οὔτε κακός ἄνθρωπος καί μέ κολακεία δέν θά προσβληθεῖ ἡ καρδιά του. Καί ἄν πεθάνει, τότε καί κόλαση ἡ ψυχή του δέν θά πάρει. Ἡ εἰκόνα αὐτή μυροβλίζει καί βρίσκεται στήν ἐπαρχία τοῦ Χαρακόβ. Ναός τοῦ Ἀρχιστράτιγε Μιχαῆλε Ὁδός Κάρλου Μάρκς 26 Προϊ... περισσότερα »

Ποιους αγγέλους ξέρουμε;

Εκτός από τα "εννέα τάγματα" των αγγέλων, για τα οποία μπορείς να δεις εδώ, μας παραδίδονται από τα αρχαία χρόνια και κάποια προσωπικά ονόματα αγγέλων, ή έστω ονόματα που έχουν δώσει σε ανθρώπινη γλώσσα. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία γενικά γνωρίζουμε ως αρχαγγέλους τους Μιχαήλ και Γαβριήλ και τους Ραφαήλ και Ουριήλ (ο τελευταίος εμφανίζεται και σε όραμα του αγίου Νήφωνα για τη δευτέρα παρουσία). Ιδιαίτερα στη Ρωσική Ορθοδοξία αναγνωρίζονται κι άλλοι αρχάγγελοι, που τα ονόματά τους είναι παρμένα από εξωβιβλικές πηγές, απόκρυφα της Παλαιάς Διαθήκης και άλλα αρχαία έργα. Άραγε είναι πραγματικά πρόσωπα ή μυθικά; Κατά τη γνώμη μου, πραγματικά, εφόσον η τοπική παράδοση μιας έστω ορθόδοξης Εκκλησίας τα αναγνωρίζει.
Από εδώ παίρνουμε στοιχεία για τους αρχαγγέλους και τις συμβολικές απεικονίσεις τους (συμπληρώνουμε με μερικά στοιχεία ακόμη).
Στην ορθόδοξη εικονογραφία, κάθε άγγελος έχει μια συμβολική αναπαράσταση:

Μιχαήλ (Michael) στην εβραϊκή γλώσσα σημαίνει "Ποιος είναι σαν το Θεό;" ή "Ποιος είναι ίσος με τον Θεό;" Ο άγιος αρχάγγελος Μιχαήλ, εικονίζεται από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια ως στρατιωτικός διοικητής, ο οποίος κρατά στο δεξί του χέρι το δόρυ με το οποία επιτίθεται στον Εωσφόρο / Σατανά, και στο αριστερό του χέρι ένα πράσινο κλαδί φοίνικα. Στην κορυφή του δόρατος υπάρχει μια λινή κορδέλα με ένα κόκκινο σταυρό. Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ ιδιαίτερα θεωρείται ότι είναι ο φύλακας της Ορθοδόξου Πίστεως και αγωνιστής κατά των αιρέσεων.
Γαβριήλ (Gabriel) σημαίνει «άνθρωπος του Θεού». Είναι ο προάγγελος των μυστηρίων του Θεού, ειδικά της Ενανθρώπισης του Χριστού και όλων των άλλων μυστηρίων που σχετίζονται με αυτό. Απεικονίζεται ως εξής: στο δεξί του χέρι, κρατάει ένα φανάρι με ένα αναμμένο δαδί στο εσωτερικό, και στο αριστερό του χέρι, ένα καθρέφτη πράσινου ίασπι. Ο καθρέφτης σημαίνει την σοφία του Θεού, που είναι μυστηριώδης.
Ραφαήλ (Raphael) σημαίνει "θεραπεία του Θεού" ή "ο Θεός θεραπεύει". Ο άγγελος εμφανίζεται στο βιβλίο του Τωβίτ, στην Παλ. Διαθήκη. Απεικονίζεται να οδηγεί τον Τωβίτ με το δεξί του χέρι, και κρατώντας ένα αλαβάστρινο βάζο με φάρμακα στο αριστερό του χέρι [ή ένα κουτί, όπως οι άγιοι γιατροί].
Ουριήλ (Uriel) σημαίνει "Φωτιά του Θεού" ή "Φως του Θεού". Εμφανίζεται στο παλαιοδιαθηκικό απόκρυφο Γ΄ Έσδρα (εξωβιβλικό), αλλά και σε όραμα του αγίου Νήφωνα, όπως είπαμε. Απεικονίζεται κρατώντας ξίφος εναντίον των Περσών στο δεξί του χέρι, και μια φλόγα στο αριστερό του.
Σελαφιήλ (Sealtiel) σημαίνει "μεσίτης του Θεού" (Γ΄ Εσδράς 5:16) και θεωρείται ο αρμόδιος για την άνοδο των ανθρώπινων προσευχών στον ουρανό. Απεικονίζεται με το πρόσωπο και τα μάτια του συνεσταλμένα, κρατώντας τα χέρια του στο στήθος σε στάση προσευχής.
Ιελουδιήλ (Jegudiel) σημαίνει "δοξάζοντας το Θεό". Θεωρείται ο άγγελος που σχετίζεται με την εντιμότητα και το ήθος των επίγειων βασιλέων και αρχόντων. Απεικονίζεται να φέρει ένα χρυσό στέμμα στο δεξί του χέρι και ένα τριπλό μαστίγιο στο αριστερό.
Βαραχιήλ (Barachiel) σημαίνει «Ευλογία του Θεού». Απεικονίζεται να κρατάει ένα λευκό τριαντάφυλλο στο χέρι, μπροστά στο στήθος του.
Ιερεμιήλ (Jeremiel) σημαίνει "ανάταση του Θεού". Θεωρείται ο εμπνευστής και αφυπνιστής της έγερσης ενός ανθρώπου προς τον Θεό (Γ΄ Έσδρας 4:36).



Ποιος ήταν ο αρχάγγελος Ουριήλ;

Ο Αρχάγγελος Ουριήλ «Ο Εκτελεστικός Άγγελος, ο Άγγελος που Υπηρετεί» Αυτός ο αρχάγγελος που το όνομα του σημαίνει "Το Φως του Θεού", φέρνει το θείο φως στη ζωή μας, καθότι μετατρέπει τις οδυνηρές μνήμες και μας απελευθερώνει από τα οδυνηρά φορτία ή ευθύνες του παρελθόντος, αλλά και ο Αρχάγγελος που ζει τη δυστυχία των κολασμένων. *Άγγελος της Μουσικής* Κατά το Χριστιανισμό, ο Ουριήλ είναι ο Άγγελος της Μουσικής. Ο Άγγελος της Ποίησης και ο ΄Αγγελος της Προφητείας. Η εκκλησία τον αποδεχόταν ως έναν από τους αρχαγγέλους για πολλούς αιώνες και τελικά τον αφαίρεσαν από τα αρχεία το 745... περισσότερα »

Άγγελοι και Δαίμονες

Όλες οι θρησκείες, αρχαίες και σύγχρονες, πρωτόγονες και εξελιγμένες, πίστεψαν με διάφορες μορφές και σε διάφορο βαθμό στην ύπαρξη κάποιων πνευματικών όντων, δυνάμεων και αρχών που μεσολαβούν ανάμεσα στο βασίλειο τού ιερού ή τού θείου -δηλ. στο βασίλειο τού υπερβατικού- και στο κοσμικό βασίλειο τού χρόνου και τού χώρου, τής αιτίας και τού αποτελέσματος. Στις θρησκείες τής Δύσης τέτοια πνευματικά όντα, όταν θεωρούνται ως αγαθά, ονομάζονται συνήθως άγγελοr εκείνα που θεωρούνται πονηρά χαρακτηρίζονται δαίμονες. Σε άλλες θρησκείες -ανατολικές, αρχαίες και πρωτόγονες- ο ρόλος τέτοιων ε...περισσότερα »

Σάββατο 1 Ιανουαρίου 2011

ΜΙΚΡΟΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ

Ἱερεὺς Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, πάντοτε, νύν, καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Ψαλμὸς 142

Κύριε εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου ἐνώτισαι τὴν δέησίν μου ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου εἰσάκουσόν μου ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου
καὶ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου σου ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν σου πᾶς ζῶν
ὅτι κατεδίωξεν ὁ ἐχθρὸς τὴν ψυχήν μου ἐταπείνωσεν εἰς γῆν τὴν ζωήν μου ἐκάθισέ με ἐν σκοτεινοῖς ὡς νεκροὺς αἰῶνος
καὶ ἠκηδίασεν ἐπ' ἐμὲ τὸ πνεῦμά μου ἐν ἐμοὶ ἐταράχθη ἡ καρδία μου
ἐμνήσθην ἡμερῶν ἀρχαίων ἐμελέτησα ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις σου ἐν ποιήμασι τῶν χειρῶν σου ἐμελέτων
διεπέτασα πρὸς σὲ τὰς χεῖράς μου ἡ ψυχή μου ὡς γῆ ἄνυδρός σοι
ταχὺ εἰσάκουσόν μου Κύριε ἐξέλιπε τὸ πνεῦμά μου· μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπ' ἐμοῦ καὶ ὁμοιωθήσομαι τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον
ἀκουστὸν ποίησόν μοι τὸ πρωῒ τὸ ἔλεός σου ὅτι ἐπὶ σοὶ ἤλπισα· γνώρισόν μοι Κύριε ὁδὸν ἐν ᾗ πορεύσομαι ὅτι πρὸς σὲ ἦρα τὴν ψυχήν μου
ἐξελοῦ με ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου Κύριε πρὸς σὲ κατέφυγον
δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά σου ὅτι σὺ εἶ ὁ Θεός μου· τὸ πνεῦμά σου τὸ ἀγαθὸν ὁδηγήσει με ἐν γῇ εὐθείᾳ
ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου Κύριε ζήσεις με ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου ἐξάξεις ἐκ θλίψεως τὴν ψυχήν μου
καὶ ἐν τῷ ἐλέει σου ἐξολοθρεύσεις τοὺς ἐχθρούς μου καὶ ἀπολεῖς πάντας τοὺς θλίβοντας τὴν ψυχήν μου ὅτι ἐγὼ δοῦλός σού εἰμι.

Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν,

εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Στίχ, α'. Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ,

καὶ ἐπικαλεῖσθε τὸ ὄνομα τὸ ἅγιον αὐτοῦ.

Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν,

εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Στίχ, β'. Πάντα τὰ ἔθνη ἐκύκλωσάν με,

καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς,

Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν,

εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Στίχ, γ'. Παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη,

καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν.

Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν,

εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

Ἦχος δ' Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Τῇ Θεοτόκῳ ἐκτενῶς νῦν προσδράμωμεν, ἁμαρτωλοὶ καὶ ταπεινοί, καὶ προσπέσωμεν ἐν μετανοίᾳ, κράζοντες ἐκ βάθους ψυχῆς· Δέσποινα, βοήθησον ἐφ' ἡμῖν σπλαγχνισθεῖσα, σπεῦσον, ἀπολλύμεθα ὑπὸ πλήθους πταισμάτων, μὴ ἀποστρέψῃς σοὺς δούλους κενούς· σὲ γὰρ καὶ μόνην ἐλπίδα κεκτήμεθα.
Δόξα... Καὶ νῦν...
Οὐ σιωπήσωμέν ποτε, Θεοτόκε, τὰς δυναστείας σου λαλεῖν οἱ ἀνάξιοι· εἰμὴ γὰρ σὺ προΐστασο πρεσβεύουσα, τὶς ἡμᾶς ἐρρύσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων; Τὶς δὲ διεφύλαξεν ἕως νῦν ἐλευθέρους; Οὐκ ἀποστῶμεν, Δέσποινα, ἐκ σοῦ· σοὺς γὰρ δούλους σῴζεις ἀεί, ἐκ παντοίων δεινῶν.

Ψαλμὸς 50

Ἐλέησόν με ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἐλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος των οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου
ἐπὶ πλεῖον πλῦνόν με ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου καὶ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισόν με
ὅτι τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστι διὰ παντὸς
σοὶ μόνω ἥμαρτον καὶ τὸ πονηρὸν ἐνώπιόν σου ἐποίησα ὅπως ἂν δικαιωθῇς ἐν τοῖς λόγοις σου καὶ νικήσῃς ἐν τῷ κρίνεσθαί σε
ἰδοὺ γὰρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου·
ἰδοὺ γὰρ ἀλήθειαν ἠγάπησας τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια τῆς σοφίας σου ἐδήλωσάς μοι.
ῥαντιεῖς με ὑσσώπῳ καὶ καθαρισθήσομαι, πλυνεῖς με καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι
ἀκουτιεῖς μοι ἀγαλλίασιν καὶ εὐφροσύνην ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα
ἀπόστρεψον τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσας τὰς ἀνομίας μου ἐξάλειψον
καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοὶ ὁ Θεὸς καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου
μὴ ἀπορρίψῃς με ἀπὸ τοῦ προσώπου σου καὶ τὸ πνεῦμά σου τὸ ἅγιόν μὴ ἀντανέλῃς ἀπ' ἐμοῦ
ἀπόδος μοι τὴν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου σου καὶ πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξόν με
διδάξω ἀνόμους τὰς ὁδούς σου καὶ ἀσεβεῖς ἐπὶ σὲ ἐπιστρέψουσι
ῥῦσαί με ἐξ αἱμάτων ὁ Θεὸς, ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσά μου τὴν δικαιοσύνην σου
Κύριε τὰ χείλη μου ἀνοίξεις καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου
ὅτι εἰ ἠθέλησας θυσίαν ἔδωκα ἂν, ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις
θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει
ἀγάθυνον Κύριε ἐν τῇ εὐδοκίᾳ σου τὴν Σιὼν καὶ οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη Ἱερουσαλήμ
τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης ἀναφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα, τότε ἀνοίσουσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν σου μόσχους

Ἦχος πλ. δ' ᾨδὴ α' Ὁ Εἱρμὸς ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Ὑγρὰν διοδεύσας ὡσεὶ ξηράν, καὶ τὴν αἰγυπτίαν μοχθηρίαν διαφυγών, ὁ Ἰσραηλίτης ἀνεβόα· τῷ Λυτρωτῇ καὶ Θεῷ ἡμῶν ᾄσωμεν.

Πολλοῖς συνεχόμενος πειρασμοῖς, πρὸς σὲ καταφεύγω, σωτηρίαν ἐπιζητῶν· Ὦ Μῆτερ τοῦ Λόγου καὶ Παρθένε, τῶν δυσχερῶν καὶ δεινῶν με διάσωσον.


Παθῶν με ταράττουσι προσβολαί, πολλῆς ἀθυμίας, ἐμπιπλῶσαί μου τὴν ψυχήν, εἰρήνευσον, Κόρη, τῇ γαλήνῃ, τῇ τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ σου, Πανάμωμε.

Δόξα...
Σωτῆρα τεκοῦσάν σε καὶ Θεόν, δυσωπῶ, Παρθένε, λυτρωθῆναί με τῶν δεινῶν· σοὶ γὰρ νῦν προσφεύγων ἀνατείνω, καὶ τὴν ψυχὴν καὶ τὴν διάνοιαν.
Καὶ νῦν...
Νοσοῦντα τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχήν, ἐπισκοπῆς θείας, καὶ προνοίας τῆς παρὰ σοῦ, ἀξίωσον, μόνη Θεομῆτορ, ὡς ἀγαθὴ ἀγαθοῦ τε λοχεύτρια.

ᾨδὴ γ' Ὁ Εἱρμὸς ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Οὐρανίας ἁψῖδος, ὀροφουργὲ Κύριε, καὶ τῆς Ἐκκλησίας δομῆτορ, σύ με στερέωσον, ἐν τῇ ἀγάπῃ τῇ σῇ, τῶν ἐφετῶν ἡ ἀκρότης, τῶν πιστῶν τὸ στήριγμα, μόνε φιλάνθρωπε.

Προστασίαν καὶ σκέπην, ζωῆς ἐμῆς τίθημι, Σέ, Θεογεννῆτορ, Παρθένε, σύ με κυβέρνησον, πρὸς τὸν λιμένα σου, τῶν ἀγαθῶν ἡ αἰτία, τῶν πιστῶν τὸ στήριγμα, μόνη πανύμνητε.


Ἱκετεύω, Παρθένε, τὸν ψυχικὸν τάραχον, καὶ τῆς ἀθυμίας τὴν ζάλην, διασκεδάσαι μου· σὺ γάρ, Θεόνυμφε, τὸν ἀρχηγὸν τῆς γαλήνης, τὸν Χριστὸν ἐκύησας, μόνη πανάχραντε.

Δόξα...
Εὐεργέτην τεκοῦσα, τὸν τῶν καλῶν αἴτιον, τῆς εὐεργεσίας τὸν πλοῦτον, πᾶσιν ἀνάβλυσον· πάντα γὰρ δύνασαι, ὡς δυνατὸν ἐν ἰσχύϊ, τὸν Χριστὸν κυήσασα, Θεομακάριστε.
Καὶ νῦν....
Χαλεπαῖς ἀρρωστίαις, καὶ νοσεροῖς πάθεσιν, ἐξεταζομένῳ, Παρθένε, σύ μοι βοήθησον· τῶν ἰαμάτων γάρ, ἀνελλιπῆ σε γινώσκω, θησαυρόν, Πανάμωμε, τὸν ἀδαπάνητον.

Διάσωσον, ἀπὸ κινδύνων, τοὺς δούλους σου, Θεοτόκε, ὅτι πάντες μετὰ Θεόν, εἰς σὲ καταφεύγομεν, ὡς ἄρρηκτον τεῖχος καὶ προστασίαν.


Ἐπίβλεψον, ἐν εὐμενείᾳ, πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπὶ τὴν ἐμὴν χαλεπὴν τοῦ σώματος κάκωσιν, καὶ ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τὸ ἄλγος.


Κάθισμα Ἦχος β'

Τὰ ἄνω ζητῶν ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ
Πρεσβεία θερμή, καὶ τεῖχος ἀπροσμάχητον, ἐλέους πηγή, τοῦ κόσμου καταφύγιον, ἐκτενῶς βοῶμέν σοι· Θεοτόκε Δέσποινα, πρόφθασον, καὶ ἐκ κινδύνων λύτρωσαι ἡμᾶς, ἡ μόνη ταχέως προστατεύουσα.

ᾨδὴ δ' ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Εἰσακήκοα, Κύριε, τῆς οἰκονομίας σου τὸ μυστήριον, κατενόησα τὰ ἔργα σου, καὶ ἐδόξασά σου τὴν Θεότητα.

Τῶν παθῶν μου τὸν τάραχον, ἡ τὸν κυβερνήτην τεκοῦσα Κύριον, καὶ τὸν κλύδωνα κατεύνασον, τῶν ἐμῶν πταισμάτων, Θεονύμφευτε.


Εὐσπλαγχνίας τὴν ἄβυσσον, ἐπικαλουμένῳ τῆς σῆς παράσχου μοι, ἡ τὸν εὔσπλαγχνον κυήσασα, καὶ Σωτῆρα πάντων, τῶν ὑμνούντων σε.

Δόξα...
Ἀπολαύοντες, Πάναγνε, τῶν σῶν δωρημάτων εὐχαριστήριον, ἀναμέλπομεν ἐφύμνιον, οἱ γινώσκοντές σε Θεομήτορα.
Καὶ νῦν...
Οἱ ἐλπίδα καὶ στήριγμα, καὶ τῆς σωτηρίας τεῖχος ἀκράδαντον, κεκτημένοι σε, Πανύμνητε, δυσχερείας πάσης, ἐκλυτρούμεθα.

ᾨδὴ ε' ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Φώτισον ἡμᾶς, τοῖς προστάγμασί σου, Κύριε, καὶ τῷ βραχίονί σου τῷ ὑψηλῷ, τὴν σὴν εἰρήνην, παράσχου ἡμῖν, φιλάνθρωπε.

Ἔμπλησον, Ἁγνή, εὐφροσύνης τὴν καρδίαν μου, τὴν σὴν ἀκήρατον διδοῦσα χαράν, τῆς εὐφροσύνης, ἡ γεννήσασα τὸν αἴτιον.


Λύτρωσαι ἡμᾶς, ἐκ κινδύνων, Θεοτόκε Ἁγνή, ἡ αἰωνίαν τεκοῦσα λύτρωσιν, καὶ τὴν εἰρήνην, τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν.

Δόξα...
Λῦσον τὴν ἀχλύν, τῶν πταισμάτων μου, Θεόνυμφε, τῷ φωτισμῷ τῆς σῆς λαμπρότητος, ἡ φῶς τεκοῦσα, τὸ θεῖον καὶ προαιώνιον.
Καὶ νῦν...
Ἴασαι Ἁγνή, τῶν παθῶν μου τὴν ἀσθένειαν, ἐπισκοπῆς σου ἀξιώσασα, καὶ τὴν ὑγείαν, τῇ πρεσβείᾳ σου παράσχου μοι.

ᾨδὴ ς' ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Τὴν δέησιν ἐκχεῶ πρὸς Κύριον, καὶ αὐτῷ ἀπαγγελῶ μου τὰς θλίψεις, ὅτι κακῶν ἡ ψυχή μου ἐπλήσθη, καὶ ἡ ζωή μου τῷ ᾍδῃ προσήγγισε, καὶ δέομαι ὡς Ἰωνᾶς· Ἐκ φθορᾶς, ὁ Θεὸς με ἀνάγαγε.

Θανάτου καὶ τῆς φθορᾶς ὡς ἔσωσεν, ἑαυτὸν ἐκδεδωκὼς τῷ θανάτῳ, τὴν τῇ φθορᾷ καὶ θανάτῳ μου φύσιν, κατασχεθεῖσαν, Παρθένε, δυσώπησον, τὸν Κύριόν σου καὶ Υἱόν, τῆς ἐχθρῶν κακουργίας με ῥύσασθαι.


Προστάτιν σε τῆς ζωῆς ἐπίσταμαι, καὶ φρουρὰν ἀσφαλεστάτην, Παρθένε, τῶν πειρασμῶν διαλύουσαν ὄχλον, καὶ ἐπηρείας δαιμόνων ἐλαύνουσαν, καὶ δέομαι διαπαντός, ἐκ φθορᾶς τῶν παθῶν μου ῥυσθῆναί με.

Δόξα...
Ὡς τεῖχος καταφυγῆς κεκτήμεθα, καὶ ψυχῶν σε παντελῆ σωτηρίαν, καὶ πλατυσμὸν ἐν ταῖς θλίψεσι, Κόρη, καὶ τῷ φωτί σου ἀεὶ ἀγαλλόμεθα· Ὧ Δέσποινα, καὶ νῦν ἡμᾶς, τῶν παθῶν καὶ κινδύνων διάσωσον.
Καὶ νῦν...
Ἐν κλίνῃ νῦν ἀσθενῶν κατάκειμαι, καὶ οὐκ ἔστιν ἴασις τῇ σαρκί μου, ἀλλ' ἡ Θεὸν καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσμου, καὶ τὸν λυτῆρα τῶν νόσων κυήσασα, σοῦ δέομαι τῆς ἀγαθῆς, ἐκ φθορᾶς νοσημάτων ἀνάστησον.

Διάσωσον, ἀπὸ κινδύνων, τοὺς δούλους σου, Θεοτόκε, ὅτι πάντες μετὰ Θεόν, εἰς σὲ καταφεύγομεν, ὡς ἄρρηκτον τεῖχος καὶ προστασίαν.


Ἄχραντε, ἡ διὰ λόγου τὸν Λόγον ἀνερμηνεύτως, ἐπ' ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν τεκοῦσα, δυσώπησον, ὡς ἔχουσα μητρικὴν παρρησίαν.


Ἱερεὺς

Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἐλεὸς Σου, δεόμεθά Σου, ἐπάκουσον καὶ ἐλέησον. Κύριε ἐλέησον (3)
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ του Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (δεινός) καὶ πάσης της ἐν Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος. Κύριε ἐλέησον (3)
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ ἐλέους, ζωῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, ἐπισκέψεως, συγχωρήσεως καὶ ἀφέσεως των ἁμαρτιῶν των δούλων του Θεοῦ, πάντων των εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν, των κατοικούντων καὶ παρεπιδημούντων ἐν τη (κώνῃ, πόλη) ταύτη, των ἐνοριτῶν, ἐπιτρόπων, συνδορομητῶν καὶ ἀφειρωτῶν του ἁγίου ναοῦ τούτου. Κύριε ἐλέησον (3)
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ των δούλων του Θεοῦ, (ὀνόματα).
Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τους αἰῶνας των αἰώνων. Ἀμήν.

Κάθισμα Ἦχος β'

Τὰ ἄνω ζητῶν ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ
Πρεσβεία θερμή, καὶ τεῖχος ἀπροσμάχητον, ἐλέους πηγή, τοῦ κόσμου καταφύγιον, ἐκτενῶς βοῶμέν σοι· Θεοτόκε Δέσποινα, πρόφθασον, καὶ ἐκ κινδύνων λύτρωσαι ἡμᾶς, ἡ μόνη ταχέως προστατεύουσα.

ᾨδὴ δ' ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Εἰσακήκοα, Κύριε, τῆς οἰκονομίας σου τὸ μυστήριον, κατενόησα τὰ ἔργα σου, καὶ ἐδόξασά σου τὴν Θεότητα.

Τῶν παθῶν μου τὸν τάραχον, ἡ τὸν κυβερνήτην τεκοῦσα Κύριον, καὶ τὸν κλύδωνα κατεύνασον, τῶν ἐμῶν πταισμάτων, Θεονύμφευτε.


Εὐσπλαγχνίας τὴν ἄβυσσον, ἐπικαλουμένῳ τῆς σῆς παράσχου μοι, ἡ τὸν εὔσπλαγχνον κυήσασα, καὶ Σωτῆρα πάντων, τῶν ὑμνούντων σε.

Δόξα...
Ἀπολαύοντες, Πάναγνε, τῶν σῶν δωρημάτων εὐχαριστήριον, ἀναμέλπομεν ἐφύμνιον, οἱ γινώσκοντές σε Θεομήτορα.
Καὶ νῦν...
Οἱ ἐλπίδα καὶ στήριγμα, καὶ τῆς σωτηρίας τεῖχος ἀκράδαντον, κεκτημένοι σε, Πανύμνητε, δυσχερείας πάσης, ἐκλυτρούμεθα.

ᾨδὴ ε' ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Φώτισον ἡμᾶς, τοῖς προστάγμασί σου, Κύριε, καὶ τῷ βραχίονί σου τῷ ὑψηλῷ, τὴν σὴν εἰρήνην, παράσχου ἡμῖν, φιλάνθρωπε.

Ἔμπλησον, Ἁγνή, εὐφροσύνης τὴν καρδίαν μου, τὴν σὴν ἀκήρατον διδοῦσα χαράν, τῆς εὐφροσύνης, ἡ γεννήσασα τὸν αἴτιον.


Λύτρωσαι ἡμᾶς, ἐκ κινδύνων, Θεοτόκε Ἁγνή, ἡ αἰωνίαν τεκοῦσα λύτρωσιν, καὶ τὴν εἰρήνην, τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν.

Δόξα...
Λῦσον τὴν ἀχλύν, τῶν πταισμάτων μου, Θεόνυμφε, τῷ φωτισμῷ τῆς σῆς λαμπρότητος, ἡ φῶς τεκοῦσα, τὸ θεῖον καὶ προαιώνιον.
Καὶ νῦν...
Ἴασαι Ἁγνή, τῶν παθῶν μου τὴν ἀσθένειαν, ἐπισκοπῆς σου ἀξιώσασα, καὶ τὴν ὑγείαν, τῇ πρεσβείᾳ σου παράσχου μοι.

ᾨδὴ ς' ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Τὴν δέησιν ἐκχεῶ πρὸς Κύριον, καὶ αὐτῷ ἀπαγγελῶ μου τὰς θλίψεις, ὅτι κακῶν ἡ ψυχή μου ἐπλήσθη, καὶ ἡ ζωή μου τῷ ᾍδῃ προσήγγισε, καὶ δέομαι ὡς Ἰωνᾶς· Ἐκ φθορᾶς, ὁ Θεὸς με ἀνάγαγε.

Θανάτου καὶ τῆς φθορᾶς ὡς ἔσωσεν, ἑαυτὸν ἐκδεδωκὼς τῷ θανάτῳ, τὴν τῇ φθορᾷ καὶ θανάτῳ μου φύσιν, κατασχεθεῖσαν, Παρθένε, δυσώπησον, τὸν Κύριόν σου καὶ Υἱόν, τῆς ἐχθρῶν κακουργίας με ῥύσασθαι.


Προστάτιν σε τῆς ζωῆς ἐπίσταμαι, καὶ φρουρὰν ἀσφαλεστάτην, Παρθένε, τῶν πειρασμῶν διαλύουσαν ὄχλον, καὶ ἐπηρείας δαιμόνων ἐλαύνουσαν, καὶ δέομαι διαπαντός, ἐκ φθορᾶς τῶν παθῶν μου ῥυσθῆναί με.

Δόξα...
Ὡς τεῖχος καταφυγῆς κεκτήμεθα, καὶ ψυχῶν σε παντελῆ σωτηρίαν, καὶ πλατυσμὸν ἐν ταῖς θλίψεσι, Κόρη, καὶ τῷ φωτί σου ἀεὶ ἀγαλλόμεθα· Ὧ Δέσποινα, καὶ νῦν ἡμᾶς, τῶν παθῶν καὶ κινδύνων διάσωσον.
Καὶ νῦν...
Ἐν κλίνῃ νῦν ἀσθενῶν κατάκειμαι, καὶ οὐκ ἔστιν ἴασις τῇ σαρκί μου, ἀλλ' ἡ Θεὸν καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσμου, καὶ τὸν λυτῆρα τῶν νόσων κυήσασα, σοῦ δέομαι τῆς ἀγαθῆς, ἐκ φθορᾶς νοσημάτων ἀνάστησον.

Διάσωσον, ἀπὸ κινδύνων, τοὺς δούλους σου, Θεοτόκε, ὅτι πάντες μετὰ Θεόν, εἰς σὲ καταφεύγομεν, ὡς ἄρρηκτον τεῖχος καὶ προστασίαν.


Ἄχραντε, ἡ διὰ λόγου τὸν Λόγον ἀνερμηνεύτως, ἐπ' ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν τεκοῦσα, δυσώπησον, ὡς ἔχουσα μητρικὴν παρρησίαν.


Ἱερεὺς

Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἐλεὸς Σου, δεόμεθά Σου, ἐπάκουσον καὶ ἐλέησον. Κύριε ἐλέησον (3)
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ του Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (δεινός) καὶ πάσης της ἐν Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος. Κύριε ἐλέησον (3)
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ ἐλέους, ζωῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, ἐπισκέψεως, συγχωρήσεως καὶ ἀφέσεως των ἁμαρτιῶν των δούλων του Θεοῦ, πάντων των εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν, των κατοικούντων καὶ παρεπιδημούντων ἐν τη (κώνῃ, πόλη) ταύτη, των ἐνοριτῶν, ἐπιτρόπων, συνδορομητῶν καὶ ἀφειρωτῶν του ἁγίου ναοῦ τούτου. Κύριε ἐλέησον (3)
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ των δούλων του Θεοῦ, (ὀνόματα).
Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τους αἰῶνας των αἰώνων. Ἀμήν.

Κοντάκιον Ἦχος β' ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Προστασία τῶν Χριστιανῶν ἀκαταίσχυντε, μεσιτεία πρὸς τὸν Ποιητὴν ἀμετάθετε. Μὴ παρίδῃς ἁμαρτωλῶν δεήσεων φωνάς, ἀλλὰ πρόφθασον, ὡς ἀγαθή, εἰς τὴν βοήθειαν ἡμῶν, τῶν πιστῶς κραυγαζόντων σοι· Τάχυνον εἰς πρεσβείαν, καὶ σπεῦσον εἰς ἱκεσίαν, ἡ προστατεύουσα ἀεί, Θεοτόκε, τῶν τιμώντων σε.

Α' Ἀντίφωνον

Ἦχος δ'
Ἐκ νεότητός μου, πολλὰ πολεμεῖ μὲ πάθη, ἀλλ' αὐτὸς ἀντιλαβοῦ, καὶ σῶσον, Σωτήρ μου. (δίς)

Οἱ μισοῦντες Σιών, αἰσχύνθητε ἀπὸ τοῦ Κυρίου, ὦς χόρτος γάρ, πυρὶ ἔσεσθε ἀπεξηραμμένοι. (δίς)

Δόξα...
Ἁγίω Πνεύματι, πᾶσα ψυχὴ ζωοῦται, καὶ καθάρσει ὑψοῦται, λαμπρύνεται τὴ Τριαδικὴ μονάδι, ἱεροκρυφίως.
Καὶ νύν...
Ἁγίω Πνεύματι, ἀναβλύζει τὰ τῆς χάριτος ῥεῖθρα, ἀρδεύοντα ἅπασαν τὴν κτίσιν, πρὸς ζωογονίαν.

Προκείμενον

Μνησθήσομαι τοῦ ὀνόματός σου ἐν πάσῃ γενεὰ καὶ γενεά.
Στίχ. Ακουσον, θύγατερ, καὶ ἴδε, καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου, καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σου, καὶ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου, καὶ ἐπιθυμήσει ὁ Βασιλεὺς τοῦ κάλλους σου.

Τοῦ ὀνόματός σου ἐν πάσῃ γενεὰ καὶ γενεὰ μνησθήσομαι.


Ἱερεὺς Καὶ ὑπέρ του καταξιωθῆναι ἡμᾶς της ἀκροάσεως του ἁγίου Εὐαγγελίου, Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν ἱκετεύσωμεν.

Χορὸς Κύριε, ἐλέησον (γ').
Ἱερεὺς Σοφία. Ὀρθοῖ, ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου.
Ἱερεὺς Εἰρήνη πᾶσι.
Χορὸς Καὶ τῶ Πνεύματί σου.
Ἱερεὺς Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν ἁγίου Εὐαγγελίου...
Ἱερεὺς Πρόσχωμεν.
Χορὸς Δόξα σοί, Κύριε, δόξα σοί.

Ἀναστάσα δὲ Μαριὰμ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις ἐπορεύθη εἰς τὴν ὀρεινὴν μετὰ σπουδῆς, εἰς πόλιν Ἰούδα, καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον Ζαχαρίου, καὶ ἠσπάσατο τήν Ἐλισάβετ, καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσεν ἡ Ἐλισάβετ τὸν ἀσπασμὸν τῆς Μαρίας, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλία αὐτῆς, καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος Ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ, καὶ ἀνεφώνησε φωνὴ μεγάλη, καὶ εἶπεν, Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί, καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου, καὶ πόθεν μοὶ τοῦτο, ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρὸς με; ἰδοὺ γάρ, ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὤτά μου, ἐσκίρτησεν ἐν ἀγαλλιάσει τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλία μου, καὶ μακαρία ἡ πιστεύσασα, ὅτι ἔσται τελείωσις τοὶς λελαλημένοις αὐτὴ παρὰ Κυρίου. Καὶ εἶπε Μαριάμ, Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμα μου ἐπὶ τῶ Θεῷ τῶ σωτήρι μου, ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ. ἰδοὺ γάρ, ἀπὸ τοῦ νὺν μακαριούσί με πᾶσαι αἱ γενεαί. ὅτι ἐποίησέ μοὶ μεγάλεία ὁ δυνατός, καὶ ἅγιον τὸ τὸ ὄνομα αὐτοῦ. Ἔμεινε δὲ Μαριὰμ σὺν αὐτὴ ὡσεὶ μῆνας τρεῖς, καὶ ὑπέστρεψεν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς.


Δόξα... Ἦχος β'

Πάτερ, Λόγε, Πνεῦμα, Τριὰς ἡ ἐν Μονάδι, ἐξάλειψον τὰ πλήθη, τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.
Καὶ νύν...
Ταὶς τῆς Θεοτόκου, πρεσβείαις, Ἐλεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη, τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.

Στίχ. Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου, καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου.


Ἦχος πλ. β'

Ὅλην ἀποθέμενοι ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ
Μὴ καταπιστεύσῃς με, ἀνθρωπίνη προστασία, Παναγία δέσποινα, ἀλλὰ δέξαι δέησιν, τοῦ ἱκέτου σου· θλίψις γὰρ ἔχει με, φέρειν οὐ δύναμαι, τῶν δαιμόνων τὰ τοξεύματα, σκέπην οὐ κέκτημαι, οὐδὲ ποῦ προσφύγω ὁ ἄθλιος, πάντοθεν πολεμούμενος, καὶ παραμυθίαν οὐκ ἔχω πλήν σου· Δέσποινα τοῦ κόσμου, ἐλπὶς καὶ προστασία τῶν πιστῶν, μή μου παρίδῃς τὴν δέησιν, τὸ συμφέρον ποίησον.
Ἕτερα Θεοτοκία
Οὐδεὶς προστρέχων ἐπὶ σοί, κατῃσχυμένος ἀπὸ σοῦ ἐκπορεύεται, ἁγνὴ Παρθένε Θεοτόκε, ἀλλ' αἰτεῖται τὴν χάριν, καὶ λαμβάνει τὸ δώρημα, πρὸς τὸ συμφέρον τῆς αἰτήσεως.

Μεταβολὴ τῶν θλιβομένων, ἀπαλλαγὴ τῶν ἀσθενούντων ὑπάρχουσα, Θεοτόκε Παρθένε, σῷζε πόλιν καὶ λαόν, τῶν πολεμουμένων ἡ εἰρήνη, τῶν χειμαζομένων ἡ γαλήνη, ἡ μόνη προστασία τῶν πιστῶν.


Ἱερεὺς Σῶσον, ὁ Θεός, τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου: ἐπίσκεψαι τὸν κόσμον σου ἐν ἐλέει καὶ οἰτιρμοίς: ὕψωσον κέρας Χριστιανῶν Ὀρθοδόξων, καὶ κατάπεμψον ἐφ ἡμᾶς τὰ ἐλέη σου τὰ πλούσια: πρεσβείαις της παναχράντου, Δεσποίνης ἡμῶν, Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας: δυνάμει του τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, προστασίαις των τιμίων ἐπουρανίων Δυνάμεων ἀσωμάτων, ἱκεσίαις του τιμίου, ἐνδόξου, προφήτου προδρόμου καὶ βαπτιστοῦ Ἰωάννου, των ἁγίων, ἐνδόξων, καὶ πανευφήμων Ἀποστόλων. των ἐν ἁγίοις Πατέρων ἡμῶν, μεγάλων Ἱεραρχῶν, καὶ Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων, Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου καὶ Ἰωάννου του Χρυσοστόμου, Ἀθανασίου καὶ Κυρίλλου, Ἰωάννου του Ἐλεήμονος, πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας: Νικολάου του ἐν Μύροις της Λυκίας, Σπυρίδωνος ἐπισκόπου Τριμυθοῦντος, καὶ Νεκταρίου της Πενταπόλεως, των θαυματουργῶν. των ἁγίων ἐνδόξων μεγαλομαρτύρων Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, Δημητρίου του Μυροβλύτου, Θεοδώρου του Τήρωνος, καὶ Θεοδώρου του Στρατηλάτου καὶ Μηνᾶ του θαυμαρτουργοῦ, των ἱερομαρτύρων Χαραλάμπους καὶ Ἐλευθερίου: των ἁγίων, ἐνδόξων, μεγάλων μαρτύρων Θέκλης, Βαρβάρας, Ἀναστασίας, Κυριακῆς Φωτηνής, Μαρίνης: Παρασκευῆς καὶ Εἰρήνης: των ἁγίων ἐνδόξων καὶ καλλινίκων Μαρτύρων, των ὁσίων καὶ θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν, (ναοῦ), των ἁγίων καὶ δικαίων θεοπατόρων Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννης, (ἡμέρας), καὶ πάντων σου των Ἁγίων. ἱκετεύομέν σε, μόνε πολυέλεε Κύριε, ἐπάκουσον ἡμῶν των ἁμαρτωλῶν δεομένων σου καὶ ἐλέησον ἡμᾶς.


Χορὸς Κύριε, ἐλέησον (ιβ')


Ἱερεὺς Ἐλέει, καὶ οἰκτιρμοίς, καὶ φιλανθρωπία του μονογενοῦς σου Υἱοῦ, μεθ οὐ εὐλογητὸς εἰ, σὺν τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῶ καὶ ζωοποίω σου Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τους αἰῶνας των αἰώνων. Χορὸς Ἀμήν.


ᾨδὴ ζ' ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Οἱ ἐκ τῆς Ἰουδαίας, καταντήσαντες Παῖδες ἐν Βαβυλῶνι ποτέ, τῇ πίστει τῆς Τριάδος, τὴν φλόγα τῆς καμίνου, κατεπάτησαν ψάλλοντες· Ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν Θεός, εὐλογητὸς εἶ.

Τὴν ἡμῶν σωτηρίαν, ὡς ἠθέλησας Σῶτερ, οἰκονομήσασθαι, ἐν μήτρᾳ τῆς Παρθένου, κατῴ κησας τῷ κόσμῳ, ἣν προστάτιν ἀνέδειξας· Ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν Θεός, εὐλογητός εἶ.


Θελητὴν τοῦ ἐλέους, ὃν ἐγέννησας, Μῆτερ ἁγνὴ δυσώπησον, ῥυσθῆναι τῶν πταισμάτων, ψυχῆς τε μολυσμάτων, τοὺς ἐν πίστει κραυγάζοντας· Ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν Θεός, εὐλογητὸς εἶ.

Δόξα...
Θησαυρὸν σωτηρίας, καὶ πηγὴν ἀφθαρσίας, τὴν σὲ κυήσασαν, καὶ πύργον ἀσφαλείας, καὶ θύραν μετανοίας, τοῖς κραυγάζουσιν ἔδειξας· Ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν Θεός, εὐλογητὸς εἶ.
Καὶ νῦν...
Σωμάτων μαλακίας, καὶ ψυχῶν ἀρρωστίας, Θεογεννήτρια, τῶν πόθῳ προσιόντων, τῇ σκέπῃ σου τῇ θείᾳ, θεραπεύειν ἀξίωσον, ἡ τὸν Σωτῆρα Χριστόν, ἡμῖν ἀποτεκοῦσα.

ᾨδὴ η' ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Τὸν Βασιλέα τῶν οὐρανῶν, ὃν ὑμνοῦσι στρατιαὶ τῶν Ἀγγέλων, ὑμνεῖτε, καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Τοὺς βοηθείας τῆς παρὰ σοῦ δεομένους, μὴ παρίδῃς Παρθένε, ὑμνοῦντας, καὶ ὑπερυψοῦντάς σε, Κόρη, εἰς αἰῶνας.


Τῶν ἰαμάτων τὸ δαψιλές, ἐπιχέεις τοῖς πιστῶς ὑμνοῦσί σε Παρθένε, καὶ ὑπερυψοῦσι τὸν ἄφραστόν σου τόκον.

Δόξα...
Τὰς ἀσθενείας μου τῆς ψυχῆς ἰατρεύεις, καὶ σαρκὸς τὰς ὀδύνας, Παρθένε, ἵνα σε δοξάζω τὴν Κεχαριτωμένην.
Καὶ νύν...
Τῶν πειρασμῶν σὺ τὰς προσβολὰς ἐκδιώκεις, καὶ παθῶν τὰς ἐφόδους Παρθένε· ὅθεν σε ὑμνοῦμεν εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

ᾨδὴ θ' ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Κυρίως Θεοτόκον, σὲ ὁμολογοῦμεν, οἱ διὰ σοῦ σεσωσμένοι, Παρθένε ἁγνή, σὺν Ἀσωμάτων χορείαις, σὲ μεγαλύνοντες.

Ῥοήν μου τῶν δακρύων, μὴ ἀποποιήσῃς, ἡ τὸν παντὸς ἐκ προσώπου πᾶν δάκρυον, ἀφῃρηκότα Παρθένε, Χριστὸν κυήσασα.


Χαρᾶς μου τὴν καρδίαν, πλήρωσον, Παρθένε, ἡ τῆς χαρᾶς δεξαμένη τὸ πλήρωμα, τῆς ἁμαρτίας τὴν λύπην, ἐξαφανίσασα.


Λιμὴν καὶ προστασία, τῶν σοὶ προσφευγόντων, γενοῦ Παρθένε, καὶ τεῖχος ἀκράδαντον, καταφυγή τε καὶ σκέπη, καὶ ἀγαλλίαμα.

Δόξα...
Φωτός σου ταῖς ἀκτῖσι, λάμπρυνον, Παρθένε, τὸ ζοφερὸν τῆς ἀγνοίας διώκουσα, τοὺς εὐσεβῶς Θεοτόκον, σὲ καταγγέλλοντας.
Καὶ νῦν...
Κακώσεως ἐν τόπῳ, τῷ τῆς ἀσθενείας, ταπεινωθέντα, Παρθένε, θεράπευσον, ἐξ ἀρρωστίας εἰς ῥῶσιν, μετασκευάζουσα.

Μεγαλυνάρια

Ἄξιόν ἐστιν ὦς ἀληθῶς, μακαρίζειν σὲ τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον, καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν.


Τὴν ὑψηλοτέραν τῶν οὐρανῶν, καὶ καθαρωτέραν λαμπηδόνων ἡλιακῶν, τὴν λυτρωσαμένην ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας, τὴν Δέσποιναν τοῦ κόσμου, ὕμνοις τιμήσωμεν.


Ἀπὸ τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν, ἀσθενεῖ τὸ σῶμα, ἀσθενεῖ μου καὶ ἡ ψυχή, πρὸς σὲ καταφεύγω τὴν Κεχαριτωμένην, ἐλπὶς ἀπηλπισμένων, σὺ μοὶ βοήθησον.


Δέσποινα καὶ μήτηρ τοῦ Λυτρωτοῦ, δέξαι παρακλήσεις, ἀναξίων σῶν ἱκετῶν, ἵνα μεσιτεύσης πρὸς τὸν ἐκ σοῦ τεχθέντα. Ὧ Δέσποινα, τοῦ κόσμου γενοῦ μεσίτρια.


Ψάλλομεν προθύμως σοὶ τὴν ὠδήν, νὺν τὴ πανυμνήτω, Θεοτόκω χαρμονικῶς, μετὰ τοῦ Προδρόμου, καὶ πάντων τῶν Ἁγίων, δυσώπει, Θεοτόκε, τοῦ οἰκτειρῆσαι ἡμᾶς.


Ἄλαλα τὰ χείλη τῶν ἀσεβῶν, τῶν μὴ προσκυνούντων, τὴν εἰκόνα σου τὴν σεπτήν, τὴν ἱστορηθεῖσαν, ὑπὸ τοῦ ἀποστόλου, Λουκᾶ ἱερωτάτου, τὴν Ὁδηγήτριαν.


Πᾶσαι τῶν Ἀγγέλων αἱ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ Ἅγιοι Πάντες, μετὰ τῆς Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν, εἰς τὸ σωθῆναι ἡμᾶς.


Τρισάγιον

Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς. (γ')
Δόξα... Καὶ νύν...
Παναγία Τριάς, ἐλέησον ἡμᾶς.
Κύριε, ἱλάσθητι ταὶς ἁμαρτίαις ἡμῶν.
Δέσποτα, συγχώρησον τὰς ἀνομίας ἡμῖν.
Ἅγιε, ἐπίσκεψαι καὶ ἴασαι τὰς ἀσθενείας ἡμῶν,
ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.

Κύριε, ἐλέησον. Κύριε, ἐλέησον, Κύριε, ἐλέησον.

Δόξα... Καὶ νύν...
Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοίς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου, γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὦς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς. Τὸν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον, καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὦς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοὶς ὀφειλέταις ἡμῶν, καὶ μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥύσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. Ἀμήν.

Ἦχος πλ. β'

Ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς, πάσης γὰρ ἀπολογίας ἀποροῦντες, ταύτην σοὶ τὴν ἱκεσίαν, ὦς Δεσπότη, οἱ ἁμαρτωλοὶ προσφέρομεν, ἐλεῆσον ἡμᾶς.
Δόξα...
Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς, ἐπὶ σοὶ γὰρ πεποίθαμεν, μὴ ὀργισθὴς ἡμῖν σφόδρα, μηδὲ μνησθὴς τῶν ἀνομιῶν ἡμῶν, ἀλλ' ἐπίβλεψον καὶ νύν, ὦς εὔσπλαγχνος, καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς ἐκ τῶν ἐχθρῶν ἡμῶν, σὺ γὰρ εἶ Θεὸς ἡμῶν, καὶ ἡμεῖς λαός σου, πάντες ἔργα χειρῶν σου, καὶ τὸ ὄνομά σου ἐπικεκλήμεθα.
Καὶ νύν...
Τῆς εὐσπλαγχνίας τὴν πύλην ἄνοιξον ἡμῖν, εὐλογημένη Θεοτόκε, ἐλπίζοντες εἰς σέ, μὴ ἀστοχήσωμεν, ῥυσθείημεν διὰ σοῦ τῶν περιστάσεων, σὺ γὰρ εἶ ἡ σωτρηρία τοῦ γένους τῶν χριστιανῶν.

Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἐλεὸς Σου, δεόμεθά Σου, ἐπάκουσον καὶ ἐλέησον. Κύριε, ἐλέησον. (3)

Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν, (δεῖνος) καὶ πάσης τῆς ἐν Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος. Κύριε, ἐλέησον. (3)
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ ἐλέους, ζωῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, ἐπισκέψεως, συγχωρήσεως καὶ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ, πάντων τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν, τῶν κατοικούντων καὶ παρεπιδημούντων ἐν τῇ πόλει ταύτη, ἐπιτρόπων, συνδρομητῶν καὶ ἀφιερωτῶν τοῦ ἁγίου ναοῦ τούτου. Κύριε, ἐλέησον. (3)
Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ, (ὀνόματα).
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ τοῦ διαφυλαχθῆναι τὴν ἁγίαν Ἐκκλησίαν καὶ τὴν πόλιν ταύτην, καὶ πᾶσαν πόλιν καὶ χώραν ἀπὸ ὀργῆς, λοιμοῦ, λιμοῦ, σεισμοῦ, καταποντισμοῦ, πυρός, μαχαίρας, ἐπιδρομῆς ἀλλοφύλων, ἐμφυλίου πολέμου, καὶ αἰφνιδίου θανάτου, ὑπὲρ τὸν ἵλεων, εὐμενῆ καὶ εὐδιάλακτον, γενέσθαι τὸν ἀγαθὸν καὶ φιλάνθρωπον Θεὸν ἡμῶν, τοῦ ἀποστρέψαι καί, διασκεδάσαι πᾶσαν ὀργὴν καὶ νόσον, τὴν καθ' ἡμῶν κινουμένην, καὶ ῥύσασθαι ἡμᾶς ἐκ τῆς ἐπικειμένης δικαίας αὐτοῦ ἀπειλῆς, καὶ ἐλεῆσαι ἡμᾶς. Κύριε, ἐλέησον. (3)
Ἔτι δεόμεθα καὶ ὑπὲρ τοῦ εἰσακοῦσαι Κύριον τὸν Θεὸν φωνῆς τῆς δεήσεως ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν, καὶ ἐλεῆσαι ἡμᾶς. Κύριε, ἐλέησον. (3)
Ἐπάκουσον ἡμῶν, ὁ Θεός, ὁ Σωτὴρ ἡμῶν, ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς καὶ τῶν ἐν θαλάσσῃ μακράν, καὶ ἵλεως, ἵλεως γενοῦ ἡμῖν, Δέσποτα ἐπὶ ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν, καὶ ἐλέησον ἡμᾶς. Κύριε, ἐλέησον. (3)
Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Δόξα σοι ὁ Θεός, ἡ ἐλπὶς ἡμῶν, Κύριε, δόξα Σοι.


Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν ταῖς πρεσβείαις τῆς παναχράντου καὶ παναμώμου ἁγίας Αὐτοῦ μητρός, δυνάμει τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, προστασίαις τῶν τιμίων ἐπουρανίων Δυνάμεων ἀσωμάτων, ἱκεσίαις τοῦ τιμίου, ἐνδόξου, προφήτου Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου, τῶν ἁγίων, ἐνδόξων καὶ πανευφήμων Ἀποστόλων, τῶν ἁγίων ἐνδόξων καὶ καλλινίκων Μαρτύρων, τῶν ὁσίων καὶ θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν, (τοῦ Ναοῦ) τῶν ἁγίων καὶ δικαίων θεοπατόρων Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννης, (τῆς ἡμέρας) καὶ πάντων τὸν Ἁγίων, ἐλεήσαι καὶ σώσαι ἡμᾶς, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος καὶ ἐλεήμων Θεός.


Ἦχος β'

Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ
Πάντων προστατεύεις, Ἀγαθή, τῶν καταφευγόντων ἐν πίστει τὴ κραταιά σου χειρί, ἄλλην γὰρ οὐκ ἔχομεν ἁμαρτωλοὶ πρὸς Θεόν, ἐν κινδύνοις καὶ θλίψεσιν, ἀεὶ μεσιτείαν, οἱ κατακαμπτόμενοι ὑπὸ πταισμάτων πολλῶν, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, ὅθεν σοὶ προσπίπτομεν, Ῥύσαι πάσης περιστάσεως τοὺς δούλους σου.
Ὅμοιον
Πάντων θλιβομένων ἡ χαρά, καὶ ἀδικουμένων προστάτις, καὶ πενομένων τροφή, ξένων τε παράκλησις, καὶ βακτηρία τυφλῶν, ἀσθενούντων ἐπίσκεψις, καταπονουμένων σκέπη καὶ ἀντίληψις, καὶ ὀρφανῶν βοηθός, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, σὺ ὑπάρχεις, Ἄχραντε, σπεῦσον, δυσωποῦμεν, ῥύσασθαι τοὺς δούλους σου.
Ἦχος πλ. δ'
Δέσποινα, πρόσδεξαι τὰς δεήσεις τῶν δούλων σου, καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς, ἀπὸ πάσης ἀνάγκης καὶ θλίψεως.
Ἦχος β'
Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου εἰς σὲ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην σου.

Κατὰ τὴν περίοδον τοῦ 15 Αὐγούστου εἴθισται ἵνα ψάλλωνται, ἀντὶ τῶν ἀνωτέρω Θεοτοκίων, τὰ ἑπόμενα Ἐξαποστειλάρια.


Ἦχος γ'

Ὁ οὐρανὸν τοῖς ἄστροις ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ
Ἀπόστολοι ἐκ περάτων, συναθροισθέντες ἐνθάδε, Γεθσημανὴ τῶ χωρίω, κηδεύσατέ μου τὸ σῶμα, καὶ σύ, Υἱὲ καὶ Θεέ μου, παράλαβέ μου τὸ πνεῦμα.

Ὁ γλυκασμὸς τῶν Ἀγγέλων, τῶν θλιβομένων ἡ χαρά, χριστιανῶν ἡ προστάτις, Παρθένε Μήτηρ Κυρίου, ἀντιλαβοῦ μου καὶ ῥύσαι, τῶν αἰωνίων βασάνων.


Καὶ σὲ μεσίτριαν ἔχω, πρὸς τὸν φιλάνθρωπον Θεόν, μή μου ἐλέγξη τὰς πράξεις, ἐνώπιον τῶν Ἀγγέλων, παρακαλῶ σε, Παρθένε, βοήθησόν μοὶ ἐν τάχει.


Χρυσοπλοκώτατε πύργε, καὶ δωδεκάτειχε πόλις, ἡλιοστάλακτε θρόνε, καθέδρα τοῦ Βασιλέως, ἀκατανόητον θαῦμα, πῶς γαλουχεῖς τὸν Δεσπότην;


Ἱερεὺς Δι' εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν.